Των Δικηγόρων Γιάννη Α. Γλύκα και Χριστίνας Ι. Βαθειά
Σε συνέχεια των δύο προηγούμενων άρθρων μας για την ερμηνεία και σχετική νομολογία των διατάξεων για τις ελαφρυντικές περιστάσεις που προβλέπει ο ΠΚ και επηρεάζουν την επιμέτρηση της ποινής, καταγράφουμε τις νομικές μας σκέψεις και κλείνουμε την τριλογία με το θέμα της συρροής λόγων μείωσης της ποινής όπως ισχύει σήμερα δυνάμει του άρθρου 85 § 1 ΠΚ.
Η εν λόγω διάταξη μεταβλήθηκε ριζικά σε σχέση με τα έως τη θέση σε ισχύ του παρόντος ΠΚ προβλεπόμενα. Έως πρόσφατα το άρθρο 85 προέβλεπε ότι δεύτερη μείωση της απειλουμένου πλαισίου ποινής δεν είναι νοητή και οι περισσότεροι λόγοι μείωσης της ποινής λαμβάνονται υπόψη κατά την επιμέτρηση της. Προφανώς σκοπός αυτής της ρύθμισης ήταν η λογική της αποφυγής του «ενδεχόμενου άτοπου πλήρους εξατμίσεως της ποινής δι’ εφαρμογής επάλληλων μειώσεων….» όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η τότε αιτιολογική έκθεση. Η ανωτέρω θεώρηση γινόταν καθολικά δεκτή από την νομολογία, παρά το γεγονός ότι στη θεωρία είχε ήδη εκφραστεί η θέση ότι ο ανωτέρω κανόνας δεν θα πρέπει να έχει εφαρμογή στις περιπτώσεις συρροής των λόγων μείωσης της ποινής, όταν ειδικότερα ο ένας λόγος αφορά την ενοχή του δράστη πχ. μειωμένος καταλογισμός άρθρο 36 ΠΚ ή όταν ο ένας λόγος αφορά τον φυσικό αυτουργό και ο δεύτερος τον απλό συνεργό, στο μέτρο που η άκαμπτη εφαρμογή του κανόνα του προϊσχύοντος άρθρου 85 ΠΚ θα προσέκρουε στην αρχή της αναλογικότητας.
Πλέον με την ισχύουσα ρύθμιση είναι δυνατή η δεύτερη μείωση, η οποία όμως αφορά μόνο το κατώτατο όριο της απειλούμενης ποινής, και όχι το ανώτατο. Ενδεικτικά αναφέρουμε, στο πλαίσιο της πρόσκαιρης κάθειρξης κατ΄ άρθρο 52 § 2, η επαπειλούμενη ποινή δεν υπερβαίνει τα 15 έτη και ούτε είναι κατώτερη των 5 ετών. Ως εκ τούτου με την πρώτη μείωση της ποινής, αναγνωριζομένης στο πρόσωπο του κατηγορούμενου ελαφρυντικής περίστασης τότε το πλαίσιο ποινής με βάση το άρθρο 83 ΠΚ κυμαίνεται από φυλάκιση τουλάχιστον 2 ετών μέχρι κάθειρξη 8 ετών ή εφαρμόζεται το ευμενέστερο πλαίσιο τουλάχιστον ποινή φυλάκισης ενός έτους φυλάκιση ή μέχρι 6 έτη κάθειρξη ? Ενώ στην περίπτωση που αναγνωριστεί και δεύτερος λόγος μείωσης της ποινής, ποίο το νόημα και ποια είναι η πραγματική αποτίμηση στην ποινή του δεύτερου λόγου μείωσης? Επισημαίνεται στο σημείο αυτό ότι με βάση το άρθρο 83 ΠΚ υφίσταται διχογνωμία και κενό νόμου, για το ποιο είναι το μέγιστο πλαίσιο όταν η ποινή βάσης είναι κατώτερη των 10 ετών, πχ. στα αδικήματα του άρθρου 20 του Ν. 4139/2013.
Συνεπώς από την ερμηνεία του επίδικου άρθρου συμπεραίνουμε ότι σκοπός του νομοθέτης της τροποποίησης του ΠΚ είναι η περαιτέρω μείωση της ποινής. Έχουν εκδοθεί αποφάσεις του ΑΠ που αναιρούν τις δευτεροβάθμιες μεταξύ άλλων, και για το θέμα του εσφαλμένου ύψους της ποινής, ως αντίστοιχο της ρητής διακέλευσης του νόμου, μετά από αναγνώριση 2 και πλέον λόγων μείωσης της ποινής. Συγκεκριμένα αναφερόμαστε την υπ’ αριθ. 220/2020 απόφαση του ΑΠ, η οποία στο σκεπτικό της ορίζει : «…. Εξ άλλου κατά το άρθρο 85 του ισχύοντος ΠΚ “1. Όταν στο πρόσωπο του υπαιτίου συντρέχουν περισσότεροι λόγοι μείωσης της ποινής ή όταν συντρέχουν ένας ή περισσότεροι τέτοιοι λόγοι μαζί με ελαφρυντικές περιστάσεις του άρθρου 84 ή περισσότερες ελαφρυντικές περιστάσεις, το δικαστήριο ελαττώνει περαιτέρω το κατώτατο όριο της μειωμένης κατά το άρθρο 83 ποινής ως εξής: α) τα πέντε έτη μειώνονται σε τρία, β) τα δύο έτη σε ένα, γ) το ένα έτος, σε έξι μήνες και δ) η μειωμένη ποινή της φυλάκισης, σε παροχή κοινωφελούς εργασίας ή χρηματική ποινή. 2. Οι ποινές της προηγούμενης παραγράφου επιβάλλονται και όταν πέραν της συνδρομής ενός λόγου μείωσης της ποινής ή ελαφρυντικής περίπτωσης, ο κατηγορούμενος έχει ομολογήσει την ενοχή του κατά την προδικασία, συμβάλλοντας έτσι στην έγκαιρη απονομή της δικαιοσύνης». Κατά την αιτιολογική έκθεση (σελ. 44) “ειδική μέριμνα έχει ληφθεί ώστε η συνδρομή περισσότερων λόγων μείωσης της ποινής ή ενός ή περισσότερων λόγων μαζί με ελαφρυντικές περιστάσεις …να αποτυπωθεί ήδη στην απειλούμενη για το έγκλημα ποινή . Η επιπλέον μείωση της ποινής κρίθηκε απολύτως επιβεβλημένη, προκειμένου να τηρηθεί το μέτρο της αναλογικότητας».
Η διάταξη αυτή είναι ευμενέστερη από την προϊσχύσασα του άρθρου 85, καθόσον με την τελευταία, επί συρροής λόγων μειώσεως της ποινής, εφαρμόζεται μια μόνο φορά η μείωση της ποινής. Στην προκειμένη περίπτωση στον αναιρεσείοντα αναγνωρίσθηκαν τρία ελαφρυντικά και συγκεκριμένα αυτά του άρθρου 84 παρ. 2α, 2δ και 2ε, και συνεπώς, κατά το άρθρο 511 εδ. τελευταίο του ΚΠΔ, πρέπει να εφαρμοσθούν οι επιεικέστερες διατάξεις που ισχύουν από τη δημοσίευση της προσβαλλομένης. Κατ’ ακολουθία πρέπει να αναιρεθεί εν μέρει η απόφαση αφενός ως προς την απόρριψη του αυτοτελούς ισχυρισμού του αναιρεσείοντος και αφετέρου ως προς την επιβληθείσα ποινή και να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο που θα συγκροτηθεί από δικαστές διαφορετικούς από εκείνους που δίκασαν την υπόθεση, εφόσον είναι δυνατή η διαφορετική σύνθεσή του, κατ’ επιταγή του άρθρου 519 του ισχύοντος ΚΠΔ (αφού δεν πρόκειται μόνο για νέα επιμέτρηση). ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΑΝΑΙΡΕΙ εν μέρει την υπ’ αριθμ. 2232/2018 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης.»
Ευθύβολη προς το πνεύμα της ουσίας της διάταξης του άρθρου 85 § 1 ΠΚ είναι και η υπ’ αριθμ. 881/2020 απόφαση του ΑΠ, όπου για το συγκεκριμένο θέμα αναφέρει : «…..Επειδή, όπως αναλυτικά εξετέθη, η ποινική μεταχείριση επί συρροής περισσοτέρων της μιας ελαφρυντικών περιστάσεων, όπως εν προκειμένω, είναι ευνοϊκότερη με τον Νέο Π.Κ., ως προς το ύψος της ποινής, πρέπει κατ` αυτεπάγγελτη έρευνα κατά τα άρθρα 2 Π.Κ. και 511 ΚΠοινΔ, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση ως προς την διάταξή της περί ποινής. Ακολούθως πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση και κατά το αναιρούμενο μέρος της, στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από τους ίδιους δικαστές, οι οποίοι δίκασαν προηγουμένως, εφόσον είναι δυνατή η συγκρότηση (άρθρο 522 ΚΠοινΔ)….»
Το ίδιο σκεπτικό διαλαμβάνεται και στην υπ’ αριθ. 748/2020 απόφαση του ΑΠ «….Εξάλλου, με βάση το άρθρο 85 του νέου Π.Κ., υφίσταται ευνοϊκότερη ποινική αντιμετώπιση όταν (εκτός άλλων περιπτώσεων) συντρέχουν στο πρόσωπο του κατηγορουμένου περισσότερες ελαφρυντικές περιστάσεις αφού το δικαστήριο πλέον υποχρεούται να ελαττώσει περαιτέρω το κατώτερο όριο της μειωμένης κατά το άρθρο 83 ποινής, όπως ορίζεται στις τρεις διαγραφόμενες περιπτώσεις που ακολουθούν και τούτο, προκειμένου να τηρηθεί το μέτρο της αναλογικότητας. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 511 εδ. τελ. , 514 εδ.δ` περ.β` και 518 παρ.1 Κ.Π.Δ., όπως αυτός ισχύει από 1-7-2019 μετά την κύρωσή του με τον ν.4620/2019 (ΦΕΚ Α`96/11-6-2019- βλ. άρθρο δεύτερο του νόμου) συνάγεται, ότι ο Άρειος Πάγος, εφόσον η αίτηση αναίρεσης κατά της καταδικαστικής απόφασης είναι παραδεκτή, εφαρμόζει αυτεπαγγέλτως τον νέο επιεικέστερο νόμο και μάλιστα ανεξάρτητα από την εμφάνιση του κατηγορουμένου κατά τη συζήτηση της αναίρεσης (ολ.Α.Π.3/1995).
Κατ` ακολουθίαν των ανωτέρω και εφόσον μετά τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης (28.11.2018) και μέχρι την αμετάκλητη εκδίκασή της ίσχυσε ο Νέος Π.Κ., ο οποίος μετέβαλε την ως άνω διάταξη ως προς την πρόβλεψη της επιβαλλομένης ποινής προς το ευμενέστερο για τον κατηγορούμενο ήδη αναιρεσείοντα, επιπλέον με την προσβαλλόμενη απόφαση αναγνωρίστηκαν σωρευτικά στο πρόσωπό του δύο ελαφρυντικές περιστάσεις, συντρέχει νόμιμη περίπτωση αυτεπάγγελτης εφαρμογής από τον Άρειο Πάγο του επιεικέστερου νόμου που θεσμοθετείται με την εφαρμογή του Νέου Π.Κ., με το δεδομένο ότι η ένδικη αίτηση αναίρεσης κρίθηκε παραδεκτή. Ακολούθως, πρέπει, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση εν μέρει ως προς την επιβολή ποινής και μόνον διάταξη, κατ` αυτεπάγγελτη από τον Άρειο Πάγο εφαρμογή των νυν ισχυουσών διατάξεων των άρθρων 235 παρ.1 εδ. α` και 85 Νέου Π.Κ., οι οποίες οδηγούν σε επιεικέστερη ποινική μεταχείριση του καταδικασθέντος αναιρεσείοντα. Παραπεμφθεί δε, η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, το οποίο θα συγκροτηθεί, αν είναι δυνατόν, από τους ίδιους δικαστές (άρθρο 522 Κ.Π.Δ.).
Πλέον των ανωτέρω την ίδια γραμμή «νομικής» πλεύσης ακολουθούν και κάτωθι αποφάσεις : υπ’ αριθ. 528/2020 ΑΠ, Α64/2020 ΑΠ, 1643/2019 ΑΠ, 1608/2019 ΑΠ, 1392/2019 ΑΠ. Άπασες οι ανωτέρω ευθυγραμμισμένες στην αρχή της αναλογικότητας αναιρούν το διατακτικό των δευτεροβάθμιων δικαστηρίων ουσίας αν και αναγνώρισαν πλέον του ενός λόγου μείωσης της ποινής δεν την μείωσαν στο ευμενέστερο πλαίσιο που καταδεικνύει η ρύθμιση του άρθρου.
Παρατηρούμε ότι εκδίδονται αποφάσεις μέχρι σήμερα, ήτοι ενάμιση χρόνο μετά την ισχύ της ευμενέστερης τροποποίησης της διάταξης δυνάμει των οποίων δεν μειώνεται το κατώτατο όριο της ποινής ως θα έπρεπε βάση των προαναφερθέντων, αν και αναγνωρίζουν συρροή λόγων μείωσης. Ουσιαστικά αντιστρατεύονται το πνεύμα του νόμου, που κατατείνει σε μικρότερες και όχι εξαντλητικές ποινές.
Ορθά συνεπώς επισημαίνεται ότι η επιπλέον αυτή μείωση της ποινής κρίθηκε απολύτως επιβεβλημένη προκειμένου να τηρηθεί το μέτρο της αναλογικότητας. Ενώ το ανώτατο όριο της μειωμένης ποινής παραμένει αμετάβλητο, μειώνεται ουσιωδώς το κατώτατο όριο. Με τον τρόπο αυτό ως εκ τούτου διαμορφώνεται ένα ευρύτερο πλαίσιο ποινής, μέσα στο οποίο ο δικαστής μπορεί να συνεκτιμήσει τους περισσότερους λόγους μείωσης της ποινικής κύρωσης. Εκτιμούμε ότι το επίδικο θέμα θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο επεξεργασίας ενδεχομένως από την Ολομέλεια του ΑΠ με κοινή κατεύθυνση τη ratio της διάταξης και αποφυγή εσφαλμένης εφαρμογής του νόμου, και είναι επιβεβλημένη η ρητή αποσαφήνιση του ανώτερου ορίου της ποινής μετά την αναγνώριση, δύο και πλέον λόγων μείωσης της ποινής.