Αναπάντητα ερωτήματα για την υπόθεση της δολοφονίας στη Ζάκυνθο

Για περισσότερες από πέντε ώρες, από χθες το βράδυ μέχρι και μετά τα μεσάνυχτα, απολογήθηκε στον Ανακριτή Ζακύνθου ο κατηγορούμενος ως ηθικός αυτουργός στην δολοφονική ενέδρα που κόστισε την ζωή της Χριστίνας Κλουτσινιώτη και τον σοβαρό τραυματισμό του συζύγου της Ντίμη Κορφιάτη, στις 9 Ιουνίου 2020. Τελικά φαίνεται ότι έπεισε με τα επιχειρήματά του και αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους, μέχρι τη δίκη της υπόθεσης αυτής.

Την ίδια ώρα, ο δεύτερος βασικός κατηγορούμενος, ο 38χρονος ο οποίος σύμφωνα με την δικογραφία πυροβόλησε τους Κορφιάτη και Κλουτσινιώτη, προβάλει άλλοθι για την ημέρα και την ώρα της δολοφονίας, χρησιμοποιώντας ως μάρτυρα ανώτατο αξιωματικό της Ελληνικής Αστυνομίας και τον οδηγό του, με τον οποίο ισχυρίζεται πως συναντήθηκε την επίμαχη ώρα έξω από την ΓΑΔΑ!

Και στο παρασκήνιο, ο μάρτυρας κλειδί της υπόθεσης, το «βαθύ λαρύγγι» που έδωσε όλες τις λεπτομέρειες της προετοιμασίας και της εκτέλεσης του σχεδίου της δολοφονίας, συμμετέχοντας και ο ίδιος. Ένας άνθρωπος που πιθανότατα είναι ο ίδιος με αυτόν που ενημέρωσε τον Κορφιάτη για τους δράστες της δολοφονίας της συζύγου του και του τραυματισμού του, αφού και η μηνυτήρια αναφορά που είχε καταθέσει τον Δεκέμβριο του 2020 ο δολοφονημένος πλέον Ντίμης Κορφιάτης, περιείχε τα ίδια ονόματα και τις ίδιες πληροφορίες με αυτές, που αναλυτικά και με τις σχετικές προανακριτικές αναλύσεις, περιείχε και η δικογραφία που υπέβαλε στον Εισαγγελέα στις 8 Ιουνίου η Ασφάλεια Αττικής.

Ο απότακτος αστυνομικός κατέθεσε στον Ανακριτή δύο βασικά επιχειρήματα, δηλώνοντας αθώος για την υπόθεση αυτή. Το πρώτο είναι πως ο ίδιος ο Κορφιάτης δεν τον κατηγόρησε για κανενός είδους συμμετοχή στην δολοφονική ενέδρα του 2020, εποχή που ο ίδιος βρισκόταν έγκλειστος τις φυλακές.

Το δεύτερο επιχείρημά του έχει να κάνει με την επικοινωνία που μπορεί να είχε με τους δράστες της δολοφονίας, μέσα από τις φυλακές. Όπως ανέφερε, από ολόκληρη την δικογραφία που υπεβλήθη δεν προκύπτει καμία επικοινωνία του με τους άλλους κατηγορούμενους, αλλά ούτε και επίσκεψη κάποιου από αυτούς στις φυλακές που βρισκόταν εκείνη την περίοδο. Μάλιστα προσθέτει πως τον Μάιο του 2020, ένα μήνα δηλαδή πρίν την δολοφονική ενέδρα στην Ζάκυνθο, είχε βρεθεί στο κελί του από έρευνα των σωφρονιστικών υπαλλήλων ένα κινητό τηλέφωνο που κατείχε παράνομα, και ούτε από την εργαστηριακή έρευνα σε αυτό προέκυψαν επαφές του με κάποιον από τους κατηγορούμενος.

Ο συνήγορος του απότακτου αστυνομικού Γιάννης Γλύκας, μετά από απόφαση του Ανακριτή δήλωσε: «η σημερινή απόφαση αποτελεί τρανή απόδειξη ότι στην Ελλάδα υπάρχουν δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί που κρίνουν με βάση τα στοιχεία της δικογραφίας και όχι με τις αποδιδόμενες κατηγορίες».

Σε ότι αφορά τώρα στον κατηγορούμενο ως φυσικό αυτουργό της δολοφονίας της Χριστίνας Κλουτσινιώτη και τον τραυματισμό του Ντίμη Κορφιάτη, ισχυρίζεται πως το μεσημέρι της 9ης Ιουνίου 2020, αφού συνομίλησε τηλεφωνικά με ανώτατο αξιωματικό της Ελληνικής Αστυνομίας συναντήθηκε με τον οδηγό του στην είσοδο της ΓΑΔΑ και παρέλαβε από αυτόν ένα έγγραφο το οποίο θα παρέδιδε στον εργοδότη του εφοπλιστή, ο οποίος επίσης κατηγορείται για την ίδια υπόθεση.

Ο ισχυρισμός αυτός δεν έχει γίνει γνωστό εάν διασταυρώθηκε από τις αστυνομικές ή τις δικαστικές αρχές.

ΠΗΓΗ: Sputnik