1983: Τραγωδία με 15 νεκρούς στην Εθνική Οδό

Σε μια επικίνδυνη στροφή, στο τέλος της μεγάλης ευθείας του Κάστρου Βοιωτίας, όπου δεν υπήρχε σήμανση και διαχωριστική νησίδα, παραμόνευε ο θάνατος για τον οδηγό και 13 επιβάτες λεωφορείου του ΟΣΕ, στις 10 Φεβρουαρίου 1983. Η νταλίκα που οδηγούσε ο 32χρονος Σουηδός Ρολφ Έκμαν μπήκε στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας και συγκρούστηκε πλαγιομετωπικά με το λεωφορείο, «θερίζοντας» σχεδόν όλους τους επιβάτες που κάθονταν στην αριστερή πλευρά. Από τη σφοδρή σύγκρουση έχασε τη ζωή του και ο οδηγός της νταλίκας, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό των θυμάτων αυτής της τραγωδίας σε 15…

Ήταν γνωστό ότι η Εθνική οδός Αθηνών – Λαμίας, πέρα απ’ ότι διέθετε μία λωρίδα κυκλοφορίας και μια υποτυπώδη έκτακτης ανάγκης, στην οποία ίσα – ίσα χωρούσε ένα μικρό Ι.Χ., έκρυβε δεκάδες παγίδες θανάτου για τους οδηγούς, αφού επαρκής φωτισμός και διαχωριστική νησίδα που να αποτρέπει την είσοδο στο αντίθετο ρεύμα υπήρχαν σε ελάχιστα κομμάτια του δρόμου. Στη Μαλακάσα, τη λίμνη Υλίκη, όπου μόλις ενάμιση χρόνο νωρίτερα, είχαν βρει τραγικό θάνατο οι νεαροί ποδοσφαιριστές της Λάρισας Κουκουλίτσιος και Μουσιάρης, αλλά και στο φονικό «πέταλο» του Μαλιακού, όπως συνηθίσαμε να το αποκαλούμε, είχαν παιχτεί δεκάδες μεγάλες ή μικρότερες τραγωδίες. Το 1982 έγιναν 1.145 τροχαία στην Αθηνών – Λαμίας, τα περισσότερα θανατηφόρα!

Ήταν δέκα λεπτά πριν από τα μεσάνυχτα όταν έγινε η φοβερή σύγκρουση. Οι περισσότεροι επιβάτες του λεωφορείου είχαν αποκοιμηθεί. Στο ύψος του 107ου χιλιομέτρου η σουηδική νταλίκα, με αριθμό κυκλοφορίας ΚRX-319, που είχε ξεκινήσει χωρίς φορτίο από την Αθήνα, ξέφυγε για άγνωστο λόγο από την πορεία της και συγκρούστηκε με το λεωφορείο που οδηγούσε ο Ηλίας Βαγενάς, το οποίο εκτελούσε δρομολόγιο Θεσσαλονίκη – ΑΑθήνα. Η αριστερή πλευρά του λεωφορείου μετατράπηκε σε άμορφη μάζα. Η κυκλοφορία διακόπηκε και οι οδηγοί των λιγοστών διερχόμενων αυτοκινήτων σταμάτησαν για να βοηθήσουν. Το θέαμα τους έκοψε την ανάσα. Κραυγές πόνου και αγωνίας, άμορφες μάζες και συντρίμμια παντού…

Στη διοίκηση Χωροφυλακής Θήβας σήμανε συναγερμός και τα ασθενοφόρα έκαναν αγώνα δρόμου να μεταφέρουν διαμελισμένους νεκρούς και παραμορφωμένους τραυματίες στο νοσοκομείο της πόλης. Ακόμη και κάτοικοι της Θήβας, που έμαθαν για το τροχαίο, έσπευσαν να βοηθήσουν όπως μπορούσαν, ενώ δύο νοσοκόμες λιποθύμησαν από το σοκ, αντικρίζοντας το φρικτό θέαμα.

Οι περιορισμένες δυνατότητες του νοσοκομείου της Θήβας ανάγκασαν τους γιατρούς να δώσουν άρον – άρον εξιτήριο σε κάποιους νοσηλευόμενους, ώστε να χωρέσουν στα κρεβάτια οι τραυματίες του δυστυχήματος! Κάποιοι πήγαν στη Λιβαδειά, ενώ επειδή δεν υπήρχε χειρουργός, οι σοβαρότερα τραυματίες μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο ΚΑΤ στην Αθήνα! Στη Θήβα παρέμεινε μόνο ο 42χρονος Νίκος Νικολαΐδης από την Έδεσσα, που είχε υποστεί κάταγμα στην αριστερή ωμοπλάτη. «Λαγοκοιμόμουν, όταν ξαφνικά ακούστηκε ένας εκκωφαντικός θόρυβος και βρέθηκα να κυλιέμαι στην άσφαλτο», θα πει αργότερα ο ίδιος, περιγράφοντας τις εφιαλτικές στιγμές που έζησε.

Στην ψυχοφθόρα διαδικασία της αναγνώρισης στο νεκροτομείο της Αθήνας εκτυλίχτηκαν σκηνές αρχαίας τραγωδίας. Οι περισσότεροι αναγνωρίστηκαν από τα ρούχα τους και κάποια προσωπικά αντικείμενα… Νεκροί, εκτός από τους δύο οδηγούς, ήταν ο 27χρονος Νίκος Σγουρόπουλος από την Αθήνα, η Πέρσα – Βασιλική Σαμψών 50 χρόνων από το Μαρούσι, η 55χρονη Παναγιώτα Λορέντζου από τη Θεσσαλονίκη, ο 23χρονος φοιτητής Νίκος Διαμαντής, που μόλις είχε δώσει το τελευταίο μάθημα στην Βιομηχανική Σχολή Θεσσαλονίκης, ο Αργύρης Μπεληγιάννης 20 χρόνων από την Χαλκίδα, ο 46χρονος ασφαλιστής Γρηγόρης Παπαδόπουλος, η 22χρονη φοιτήτρια Παρασκευή Μαυρογιάννη, ο 19χρονος Γιώργος Λιονάκης από τα Χανιά, ο Άγγελος Βέης 58 χρόνων από το Βόλο, ο 20χρονος στρατιώτης Παρασκευάς Σκορδάκης, που επέστρεφε στην Αθήνα μετά από άδεια, ο Γιάννης Τσακιράκης 47 χρόνων και ο Βαγγέλης Σκορδάς.

Η έρευνα της Χωροφυλακής έδειξε ότι ο οδηγός της νταλίκας δεν είχε πατήσει φρένο για να αποφύγει τη σύγκρουση. Δεν βρέθηκαν ίχνη στην άσφαλτο. Αποκοιμήθηκε στο τιμόνι; Λογικά δεν ήταν κουρασμένος, αφού είχε ξεκινήσει μιάμιση ώρα νωρίτερα από την Αθήνα.

Οι αξιωματικοί απέδωσαν το τραγικό δυστύχημα στην έλλειψη σήμανσης. Στο ρεύμα προς Λαμία, στο τέλος της μεγάλης ευθείας πριν από το Κάστρο Βοιωτίας, δεν υπήρχε ταμπέλα που να προειδοποιεί τους οδηγούς ότι ακολουθεί κλειστή στροφή δεξιά, παρά μόνο η διπλή διαχωριστική γραμμή στο οδόστρωμα. Πιθανότατα ο Σουηδός οδηγός της νταλίκας δεν είχε εμπειρία στον συγκεκριμένο δρόμο, σε αντίθεση με τον οδηγό του ΟΣΕ, Ηλία Βαγενά, που είχε κάνει εκατοντάδες δρομολόγια, από το 1972 που είχε προσληφθεί στον οργανισμό. Ήταν πατέρας τριών παιδιών και έμενε στο Περιστέρι. Οι συνάδελφοί του τον περιέγραψαν ως ικανό και έμπειρο οδηγό, ενώ το λεωφορείο ήταν καινούργιο, καθώς είχε προστεθεί στον στόλο του ΟΣΕ μόλις πριν από ένα χρόνο. Η ταχύτητα των δύο οχημάτων δεν έγινε ποτέ γνωστή, καθώς οι ταχογράφοι τους καταστράφηκαν από την σφοδρότατη σύγκρουση.

Το πολύνεκρο δυστύχημα έγινε αντικείμενο συζήτησης την επόμενη ημέρα στο υπουργικό συμβούλιο, το οποίο αποφάνθηκε ότι «πρέπει να απασχολήσει τα συναρμόδια υπουργεία Δημοσίων Έργων, Συγκοινωνιών και Δημόσιας Τάξης». Τη συνέχεια την ξέρουμε όλοι. Έπρεπε να αλλάξει η χιλιετία για να αποκτήσουμε σύγχρονο εθνικό οδικό δίκτυο και να σκοτωνόμαστε πλέον μέσα στις πόλεις…