2003: Άλλο ένα θύμα στον “πόλεμο” των “νονών” της νύχτας

Το όνομα του 38χρονου Ανδρέα Αλαφούζου είχε συνδεθεί με την ομάδα που λυμαινόταν τα νυχτερινά κέντρα στην Ηλιούπολη και τις γύρω περιοχές, στα μέσα της δεκαετίας του ‘90. Αν και δεν βρισκόταν ανάμεσα στους συλληφθέντες της πρώτης «γενιάς», που εξαρθρώθηκε τον Φεβρουάριο του 1996, στην Ασφάλεια τον ήξεραν ως άνθρωπο των αδελφών Γρηγοράκου, μισητών εχθρών της αντίπαλης ομάδας, που προέκυψε όταν η παντοδύναμη σπείρα εκβιαστών της νοτιοανατολικής Αττικής «έσπασε» στα δύο.

Η βαρύτερη κατηγορία που είχε αντιμετωπίσει έως τότε ήταν αυτή της παράνομης οπλοφορίας. Όμως απέκτησε και αυτός «ημερομηνία λήξεως», όταν έγινε γνωστό μέσα από καταθέσεις, ότι πήρε λεφτά για να βγάλει από τη μέση ένα μέλος της αντίπαλης συμμορίας. Μπορεί να μην δέχθηκε τελικώς να αναλάβει τη «δουλειά», αλλά ήδη είχε μπει και αυτός λίστα των «συμβολαίων» που «υπογράφουν» οι κάνες των όπλων…

Η δολοφονία με 18 σφαίρες του Γιάννη Σωτηρόπουλου ή «Τσέλιγκα», το Νοέμβριο του 1999, άνοιξε τον «ασκό του Αιόλου» στην Ηλιούπολη. Μέσα από καταθέσεις στην Ασφάλεια έγινε γνωστό ότι ο Νίκος Γρηγοράκος και ο πατέρας του, Βασίλης, είχαν πλησιάσει τον 28χρονο Νίκο Πούλια και τον Ανδρέα Αλαφούζο, για να τους αναθέσουν τη δολοφονία. Μάλιστα είχαν δώσει και προκαταβολή 5 εκατομμυρίων δραχμών στον Πούλια, ο οποίος επέστρεψε τα χρήματα, καθώς και οι δύο έκαναν πίσω και τελικώς αρνήθηκαν τη «δουλειά». Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε η Αστυνομία, δολοφόνος του «Τσέλιγκα» ήταν ο Βασίλης Γρηγοράκος, γεγονός που επιβεβαίωσε με την κατάθεσή της και η σύζυγος του θύματος, που τον είδε να φεύγει τρέχοντας από τον τόπο της εκτέλεσης.

Ακολούθησε η εξόντωση της οικογένειας Γρηγοράκου, καθώς ο ένας μετά τον άλλο έπεσαν νεκροί στο μεγάλο ξεκαθάρισμα ο Νίκος, ο Βασίλης και στο τέλος, μέσα στις φυλακές Κορυδαλλού με υδροκυάνιο στη μακαρονάδα, ο Θόδωρος Γρηγοράκος. Όταν το Μάρτιο του 2001 ο Νίκος Πούλιας υπέκυψε στην ίδια μοίρα με τέσσερις σφαίρες, στην είσοδο της πολυκατοικίας όπου είχε μετακομίσει μόλις τρεις μήνες νωρίτερα στην Άνω Γλυφάδα, ο Ανδρέας Αλαφούζος ήξερε ότι είχε έρθει και η δίκη του σειρά. Πρόσεχε τα νώτα του και κυκλοφορούσε μονίμως οπλισμένος. Μάλιστα είχε συλληφθεί δύο φορές για παράνομη οπλοφορία, αλλά είχε αφεθεί ελεύθερος, αφού οι ποινές που του επιβλήθηκαν ήταν εξαγοράσιμες.

Ήταν 16 Ιουλίου 2003 όταν ένα «πληρωμένο» πιστόλι τον έβγαλε και αυτόν από τη μέση. Επέστρεφε στο σπίτι του, στην οδό Σαλαμίνος 7 στον Άλιμο, μαζί με την σύζυγό του Μαρία – Μαγδαληνή Βένιου, όταν λίγα μέτρα από την είσοδο της πολυκατοικίας τους πλησίασαν δύο άγνωστοι. Ένας απ’ αυτούς πυροβόλησε δύο φορές στο πόδι την 32χρονη γυναίκα και στη συνέχεια έστρεψε το όπλο στον Αλαφούζο, αδειάζοντάς το πάνω του. Ο 38χρονος άνδρας έπεσε νεκρός. Κάποιοι γείτονες άκουσαν τις φωνές της συζύγου του και κατέβηκαν στο δρόμο για να δουν τι είχε συμβεί. Μόλις αντίκρισαν το ζευγάρι αιμόφυρτο στην πιλοτή ειδοποίησαν την Αστυνομία και το ΕΚΑΒ, αλλά ήταν αργά. Οι δράστες είχαν εξαφανιστεί στο σκοτάδι και παρά τα μπλόκα δεν εντοπίστηκαν.

Η Ασφάλεια ήταν πλέον αντιμέτωπη με τον πέμπτο κατά σειρά φόνο που σχετιζόταν με τη «μαφία» της Ηλιούπολης. Η κατάσταση έδειχνε εκτός ελέγχου, καθώς δεν περνούσε εβδομάδα χωρίς να πέσουν πυροβολισμοί ή να εκραγεί κάποια αυτοσχέδια βόμβα στα νοτιοανατολικά προάστια. Όμως οι αστυνομικοί είχαν πλέον τα δικά τους «όπλα» για την εξιχνίαση του εγκλήματος. Οι περισσότεροι από αυτούς που κλήθηκαν να καταθέσουν ήταν είτε υπόδικοι είτε στο «στόχαστρό» τους από καιρό. Έτσι τα στόματα άνοιξαν και ένα χρόνο μετά τη δολοφονία του Ανδρέα Αλαφούζου, στις 6 Αυγούστου 2004, ο δράστης είχε αποκτήσει ονοματεπώνυμο. Όπως ανακοινώθηκε, ήταν ο 20χρονος Αλβανός Τζουλιάνο Πρίφτι. Ο ίδιος παραδέχθηκε ότι είχε δοσοληψίες με το θύμα, επειδή του χρωστούσε λεφτά από εμπόριο κοκαίνης, αλλά αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή στη δολοφονία του. Παρ’ όλ’ αυτά συνελήφθη και προφυλακίστηκε.