2006: Ληστεία χρηματαποστολής στους πρόποδες της Πάρνηθας

Το θωρακισμένο όχημα της εταιρείας “Wackenhut” κατέβαινε από την Πάρνηθα, μεταφέροντας πάνω από ενάμισι εκατομμύριο ευρώ, εισπράξεις του καζίνου “Mont Parnes”. Ήταν περίπου 11.30 το πρωί, 25 Σεπτεμβρίου 2006, όταν οι ληστές έβαλαν σε εφαρμογή το σχέδιό τους. Στο ύψος της 18ης στάσης της λεωφόρου Πάρνηθας, έπεσαν με το κλεμμένο φορτηγό τους πάνω στο όχημα της χρηματαποστολής, εμβολίζοντάς το και πετάχτηκαν έξω με αστραπιαίες κινήσεις.

Όλα έπρεπε να γίνουν πολύ γρήγορα, χωρίς αυτόπτες μάρτυρες. Φορούσαν κουκούλες και κρατούσαν οι τρεις πιστόλια και ο τέταρτος χειροβομβίδα. Έσπασαν με βαριοπούλα το παρμπρίζ, ακινητοποίησαν τους δύο υπαλλήλους, άρπαξαν 1.577.000 ευρώ και διέφυγαν με άλλο κλεμμένο αυτοκίνητο.

Οι υπάλληλοι της “Wackenhut” ειδοποίησαν την Αστυνομία και αμέσως σήμανε συναγερμός. Στους Θρακομακεδόνες, στο Μενίδι και τις γύρω περιοχές στήθηκαν μπλόκα, αλλά οι ληστές κατάφεραν να ξεγλιστρήσουν. Το μόνο στοιχείο που είχαν στα χέρια τους οι αξιωματικοί της Ασφάλειας ήταν το κλεμμένο φορτηγό που άφησαν πίσω τους. Η εξερεύνησή του δεν έφερε αποτελέσματα, ωστόσο το δίκτυο πληροφοριοδοτών της Ασφάλειας και οι κεραίες της κινητής τηλεφωνίας «μίλησαν» και έδωσαν χρήσιμα στοιχεία. Στις αρχές Δεκεμβρίου οι αστυνομικοί είχαν δημιουργήσει τον βασικό «πυρήνα» που είχε χτυπήσει την χρηματαποστολή. Ακολούθησαν οι προσαγωγές τεσσάρων ατόμων.

Ως «εγκέφαλος» της σπείρας, που συνέλαβε και κατέστρωσε το σχέδιο της ληστείας, κατηγορήθηκε ο 38χρονος πρώην υπαξιωματικός της Αεροπορίας Αναστάσιος Λιαρτής, θαμώνας του καζίνο της Πάρνηθας και νόμιμος κάτοχος όπλου, με άδεια που είχε προμηθευτεί καταθέτοντας στην Αστυνομία επιστολή του βουλευτή Φθιώτιδας της Νέας Δημοκρατίας Ηλία Καλλιώρα. Σύμφωνα με την επιστολή, ο Λιαρτής εργαζόταν στην προσωπική του ασφάλεια. Ο βουλευτής υποστήριξε ότι η συνεργασία τους διεκόπη περίπου 15 μήνες πριν από την ληστεία.

Σύμφωνα με την Ασφάλεια, αρχικά ο 38χρονος υπαξιωματικός σχεδίασε τη ληστεία με τον 40χρονο ζαχαροπλάστη από τα Καμένα Βούρλα Αθανάσιο Κοσμά και τον 36χρονο οδηγό μεταφορών από την Κύμη Γιώργο Καψάλη. Στη συνέχεια απευθύνθηκαν σε Τσιγγάνους, από τους οποίους ζήτησαν να τους προμηθεύσουν με κλεμμένα αυτοκίνητα, που θα χρησιμοποιούσαν για τη ληστεία. Ένας απ’ αυτούς ήταν ο 53χρονος πλανόδιος πωλητής Αριστείδης Μουσταφά από τα Φάρσαλα.

Οι τέσσερις συλληφθέντες οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα και μετά τις απολογίες τους κρίθηκαν προφυλακιστέοι. Οι κατηγορίες σε βάρος τους ήταν σύσταση και συμμορία, κλοπή κατ’ εξακολούθηση ληστεία σε χρηματαποστολή και οπλοκατοχή, ενώ ο Λιαρτής αντιμετώπιζε επιπλέον την κατηγορία της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα. Ο ίδιος επέρριψε τις ευθύνες στον ζαχαροπλάστη, υποστηρίζοντας ότι συμμετείχε στη ληστεία προκειμένου να πληρώσει ένα χρέος 300.000 ευρώ σε τοκογλύφους. Δήλωσε μετανιωμένος και ζήτησε συγγνώμη από τον βουλευτή, επειδή ενεπλάκη το όνομά του με αφορμή τις συλλήψεις για τη ληστεία. Συγνώμη ζήτησε και ο Ηλίας Καλλιώρας επειδή δεν είχε ενημερώσει ότι ο κατηγορούμενος δεν ήταν πλέον στην υπηρεσία του.

Στην κατοχή των συλληφθέντων βρέθηκαν και κατασχέθηκαν δύο πιστόλια, ένα στιλέτο, ένα ζευγάρι χειροπέδες, μπλοκ επιταγών και βιβλιάρια καταθέσεων, μια χειροβομβίδα, η βαριοπούλα που είχαν χρησιμοποιήσει στη ληστεία, το κλεμμένο και άλλα πέντε πολυτελή αυτοκίνητα.

Τις επόμενες ημέρες το παζλ συμπληρώθηκε με τις συλλήψεις άλλων δύο Τσιγγάνων, πατέρα και γιου από τη Μάνδρα, 36 και 20 χρόνων, οι οποίοι συμμετείχαν στην κλοπή του φορτηγού και του Ι.Χ. που χρησιμοποιήθηκαν στη ληστεία, καθώς επίσης και δύο Αλβανών, με εμπειρία σε ληστρικές επιδρομές, που εκτελούσαν χρέη οδηγών. Μάλιστα ο ένας Αλβανός, με το ψευδώνυμο «Τόμι», ο οποίος δούλευε παλαιότερα στην υποδοχή νυχτερινού κέντρου της Αθήνας, ήταν ήδη στη φυλακή για μεταφορά 56 κιλών χασίς και ληστεία σε βάρος ενός 50χρονου, με «λεία» 34.800 ευρώ. Όπως αποκαλύφθηκε, οι Τσιγγάνοι διαφώνησαν στη μοιρασιά της «λείας» και ο ένας απήγαγε τον γιο του άλλου για να εξασφαλίσει μεγαλύτερο μερίδιο!

Σύμφωνα με την Αστυνομία, ο Λιαρτής πήρε το μεγαλύτερο κομμάτι της «πίτας», μέρος του οποίου επένδυσε σε ινστιτούτο spa στην οδό Σόλωνος. Όπως και οι συνεργοί του, αγόρασε πολυτελές αυτοκίνητο, ενώ οι πληροφορίες έκαναν λόγο για πολυήμερες διαμονές σε πολυτελή ξενοδοχεία. Μετά τη σύλληψή του υπέδειξε στους αστυνομικούς τραπεζική θυρίδα, στην οποία βρέθηκαν 390.000 ευρώ.

Ο Ηλίας Καλλιώρας κλήθηκε για εξηγήσεις από τον γραμματέα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας Απόστολο Σταύρου, στον οποίο επανέλαβε τους ίδιους ισχυρισμούς. Ο 38χρονος πρώην υπαξιωματικός της Αεροπορίας είχε κάνει δύο αιτήσεις για να επανέλθει στο Σώμα, το 2004 και το 2005, αλλά ο υφυπουργός Άμυνας Γιάννης Λαμπρόπουλος τις απέρριψε επειδή, μεταξύ άλλων, το 1994 είχε προσπαθήσει να φέρει ένα αυτόματο όπλο «Καλάσνικοφ» ως… ενθύμιο από τη Σομαλία, όπου συμμετείχε σε δύναμη 110 ελλήνων στρατιωτικών. Το όπλο, όπως ήταν φυσικό, κατασχέθηκε στο αεροδρόμιο.

Πληροφορίες των αστυνομικών του Τμήματος Εγκλημάτων Κατά Ιδιοκτησίας της Ασφάλειας Αττικής έλεγαν ότι χρησιμοποιούσε συχνά το ψεύτικο όνομα «Βασίλειος Χρήστου» και συστηνόταν ως υψηλόβαθμος αστυνομικός, που υπηρετούσε στη φρούρηση υψηλών προσώπων. Με αυτό το όνομα είχε καταχωριστεί στα αρχεία της εταιρείας κινητής τηλεφωνίας απ’ όπου είχε αγοράσει τη συσκευή του, στην οποία λειτουργούσε και δεύτερος αριθμός. Το τηλέφωνο «πιάστηκε» την ημέρα της ληστείας από κεραίες σε διάφορες περιοχές, από τα Κάτω Πατήσια, όπου ήταν το σπίτι του, μέχρι την Πάρνηθα, τον Άγιο Στέφανο και το Μενίδι, «προδίδοντας» το δρομολόγιό του, εκείνο το πρωί.

Η ανάλυση των κλήσεων οδήγησε και στους άμεσους συνεργούς του. Όπως κατέθεσε ο Αθανάσιος Κοσμάς, μετά τη ληστεία της Πάρνηθας ο Λιαρτής του είχε εκμυστηρευτεί ότι σχεδίαζε και άλλη μεγαλύτερη, με στόχο τα κεντρικά γραφεία της εταιρείας “Wackenhut” στον Βοτανικό. Όπως διαπιστώθηκε από την περαιτέρω έρευνα της Αστυνομίας, ο πληροφοριοδότης του πρώην υπαξιωματικού ήταν ένας 33χρονος υπάλληλος της “Wachenhut”, που ήταν συχωριανός του και του έδινε πληροφορίες για τα δρομολόγια των χρηματαποστολών. Ήταν ο τελευταίος που συνελήφθη από την Αστυνομία.