Ο ξυλοδαρμός του 29χρονου κρατούμενου Γιάννη Δημητράκη από σωφρονιστικούς υπαλλήλους στις φυλακές Μαλανδρίνου «πυροδότησε» αλυσιδωτές αντιδράσεις που οδήγησαν σε στάσεις και εξεγέρσεις σε αρκετές φυλακές της χώρας, στις 23 Απριλίου 2007.
Η αρχή έγινε λίγο πριν από το μεσημέρι από την Θ’ Ακτίνα του Μαλανδρίνου, όταν έγινε γνωστή η καταγγελία του νεαρού αντιεξουσιαστή, ο οποίος ήταν υπόδικος για τη ληστεία στην Εθνική τράπεζα της οδού Σόλωνος, το 2006. Μέσα σε λίγα λεπτά δεκάδες κρατούμενοι, οι οποίοι έως εκείνη την ώρα απείχαν από το συσσίτιο και αρνούνταν να μπουν στα κελιά τους, έσπασαν τις κλειδαριές και ανέβηκαν κατά ομάδες στην ταράτσα, όπου άναψαν φωτιές. Λίγο νωρίτερα είχαν καταστρέψει και την ηλεκτρολογική εγκατάσταση, με αποτέλεσμα η φυλακή να λειτουργεί με γεννήτριες.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης Αναστάσης Παπαληγούρας διέταξε την διεξαγωγή Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης, προκειμένου να διερευνηθεί αν ευσταθούσαν οι καταγγελίες περί ξυλοδαρμού του Δημητράκη, ενώ έξω από το σωφρονιστικό κατάστημα πήραν θέσεις δυνάμεις των ΜΑΤ. Αργότερα έσπευσε στο Μαλανδρίνο ο ειδικός γραμματέας σωφρονιστικού και παλιός αντιστράτηγος της Αστυνομίας Φώτης Βλάχος, για να ενημερωθεί επί των αιτημάτων των κρατουμένων. Λίγο πριν νυχτώσει δεκάδες αντιεξουσιαστές έφτασαν στις φυλακές και έκαναν αισθητή την παρουσία τους, φωνάζοντας συνθήματα αλληλεγγύης στον Γιάννη Δημητράκη.
Η στάση στο Μαλανδρίνο, που κράτησε τρεις ημέρες, προκάλεσε εξεγέρσεις και σε άλλα σωφρονιστικά καταστήματα σε όλη τη χώρα, αλλά και εκτεταμένα επεισόδια στο κέντρο της Αθήνας, όπου διοργανώθηκαν συγκεντρώσεις αλληλεγγύης. Ο νέος κύκλος διαπραγματεύσεων που άνοιξε το υπουργείο Δικαιοσύνης είχε θετικά αποτελέσματα, οδηγώντας τους εξαντλημένους κρατούμενους στην παράδοση της φυλακής χωρίς να χρειαστεί επέμβαση των αστυνομικών δυνάμεων.
Τρεις μήνες μετά, ο άνθρωπος για χάρη του οποίου έγιναν όλα, ο Γιάννης Δημητράκης, κάθισε στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, για τη ληστεία στο υποκατάστημα της Εθνικής τράπεζας, στη συμβολή των οδών Σόλωνος και Ιπποκράτους, που είχε γίνει στις 16 Ιανουαρίου 2006. Ο νεαρός σπουδαστής του ΤΕΙ Πειραιά, που ποτέ δεν είχε κρύψει τη σχέση του με τον αντιεξουσιαστικό χώρο, διέμενε στο δώμα του ιδιόκτητου τριώροφου κτιρίου της οικογένειάς του στην Πετρούπολη και έως τότε δεν είχε απασχολήσει τις αρχές.
Ήταν λίγο πριν από τη 1 το μεσημέρι, όταν τέσσερις άνδρες εισέβαλαν στο υποκατάστημα και με την απειλή αυτόματων όπλων ακινητοποίησαν πελάτες και υπαλλήλους, αρπάζοντας μεγάλο χρηματικό ποσό. Ωστόσο η διαφυγή τους εξελίχθηκε σε ανταλλαγή πυροβολισμών με τους αστυνομικούς μέσα στην πολύβουη οδό Πανεπιστημίου, με αποτέλεσμα ο Γιάννης Δημητράκης να τραυματιστεί και να συλληφθεί.
Στην κατοχή του βρέθηκαν δύο ημιαυτόματα όπλα “Scorpion” και πολλές σφαίρες. Η Ασφάλεια τον χαρακτήρισε μέλος της συμμορίας των «ληστών με τα μαύρα» και τον κατηγόρησε για άλλες έξι ένοπλες ληστείες, από τον Νοέμβριο του 2002 ως τον Ιανουάριο του 2005, με συνολική «λεία» περίπου 730.000 ευρώ, παρά το γεγονός ότι ο βαλλιστικός έλεγχος έδειξε ότι τα δύο όπλα δεν είχαν ξαναχρησιμοποιηθεί σε ανάλογες ενέργειες.
Το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη επικήρυξε τους τρεις συνεργούς του για 600.000 ευρώ. Από την ένοπλη συμπλοκή είχαν τραυματιστεί ακόμη ο φύλακας της τράπεζας και ένας ανύποπτος λαχειοπώλης. Ο Γιάννης Δημητράκης μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο «Γεώργιος Γεννηματάς» και μόλις πήρε εξιτήριο προφυλακίστηκε. Τον Ιούλιο του 2007 το δικαστήριο τον κήρυξε ένοχο μόνο για τη ληστεία στην οδό Σόλωνος, δυο απόπειρες ανθρωποκτονιών, απλή συνέργεια σε απόπειρα ανθρωποκτονίας, εγκληματική οργάνωση, απόπειρα παράνομης βίας, παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία. Η ποινή του ήταν κάθειρξη 25 ετών κατά συγχώνευση.
«Η συμμορία με τα μαύρα είναι ένας άστοχος και ευφάνταστος δημοσιογραφικός ή αστυνομικός τίτλος, που δεν έχει καμία πραγματική βάση και συνεχίζεται να χρησιμοποιείται, παρά το γεγovός ότι στο δικαστήριο που έγινε κατέρρευσε παταγωδώς», είπε σε μια συνέντευξή του ο Γιάννης Δημητράκης, λίγους μήνες πριν από την εκδίκαση της υπόθεσής του σε δεύτερο βαθμό. «Όπως ακριβώς συνεχίζουν ακόμη και σήμερα να μου αποδίδουν επτά ληστείες, ενώ ξέρουν ότι έχω αθωωθεί για τις έξι και να μιλάνε για απίστευτα ποσά τα οποία έχω στην κατοχή μου, ενώ από το δικαστήριο έγινε δεκτό ότι τα χρήματα ήταν του αναρχικού χώρου».
Το Δεκέμβριο του 2010 η έφεσή του εκδικάστηκε από το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών. «Μου φαίνεται αστείο που φορτώθηκα 25 χρόνια κάθειρξη επειδή προσπάθησα να οικειοποιηθώ λίγα από τα κλεμμένα κέρδη των τραπεζών. Εάν κάποιος πρέπει να απολογηθεί είναι οι τράπεζες και όχι εγώ», είπε στην απολογία του και πρόσθεσε: «Η ληστεία ήταν μια αντιπροσωπευτική λύση για τους ιδεολογικούς και υπαρξιακούς προβληματισμούς μου, είναι η απάντηση στο ερώτημα πώς πορεύεται ένας αναρχικός, ποια είναι η θέση του σε αυτή την κοινωνία. Στο δίλημμα άβουλος θεατής ή ενεργός πολίτης επέλεξα να συμμετέχω».
Το δικαστήριο κήρυξε ένοχο τον 32χρονο αναρχικό για ληστεία, απλή συνέργεια σε απόπειρα ανθρωποκτονίας, σύσταση και συμμορία και τον καταδίκασε σε ποινή κάθειρξης 12,5 ετών. Αποφυλακίστηκε τον Ιανουάριο του 2012, μετά από έξι χρόνια στη φυλακή.
Στις 12 Ιουνίου 2019 ήρθε και πάλι αντιμέτωπος με τη δικαιοσύνη, όταν, μαζί με τον 35χρονο Κώστα Σακκά, παριστάνοντας ο ένας το γιατρό και ο άλλος τον ασθενή με κολάρο στο λαιμό, λήστεψαν υπαλλήλους χρηματαποστολής που εφοδίαζαν το ΑΤΜ του νοσοκομείου ΑΧΕΠΑ στη Θεσσαλονίκη. Άρπαξαν τις κασετίνες με τα χρήματα, αλλά δεν πρόλαβαν να απομακρυνθούν με το αυτοκίνητο που οδηγούσε η 39χρονη συνεργός τους, καθώς οι αστυνομικοί τους είχαν ήδη στο «στόχαστρο» και τους παρακολουθούσαν από την πρώτη στιγμή που έφτασαν στη Θεσσαλονίκη.