Το πρωί του Σαββάτου 6 Δεκεμβρίου 2008, σε ένα συμπόσιο ψυχοθεραπευτών για τα προβλήματα της νεολαίας στην Αθήνα, το συμπέρασμα ήταν σαφές: Κάποια στιγμή η κοινωνικοπολιτική πίεση που ασκείται στους νέους ανθρώπους θα ξεσπάσει αναπόφευκτα και θα έχει απρόβλεπτες συνέπειες. Λίγες ώρες αργότερα, ο 15χρονος Αλέξης Γρηγορόπουλος θα έπεφτε νεκρός στα Εξάρχεια, από τις σφαίρες του ειδικού φρουρού Επαμεινώνδα Κορκονέα, πυροδοτώντας πρωτόγνωρες κοινωνικές αντιδράσεις σε όλη την Ελλάδα.
Επί μια εβδομάδα η Αθήνα βυθίζεται στο χάος, καθώς εξαγριωμένοι νέοι διαδηλώνουν σε κάθε γωνιά της πρωτεύουσας, καταλήγοντας στο κέντρο με συγκρούσεις με την Αστυνομία, πυρπολήσεις δημοσίων κτιρίων και επιχειρήσεων. Παιδιά 15 και 16 χρόνων πετούν βόμβες μολότοφ και αναποδογυρίζουν περιπολικά έξω από αστυνομικά τμήματα, ενώ ο υπουργός Εσωτερικών Προκόπης Παυλόπουλος, πολιτικός προϊστάμενος της ΕΛ.ΑΣ., δίνει εντολή για αυτοσυγκράτηση και αμυντική στάση, καθώς θεωρεί μεγάλο το ρίσκο να υπάρξουν κι άλλοι νεκροί, διαδηλωτές ή αστυνομικοί. Σε αυτή την περίπτωση ο κίνδυνος πια δεν θα αφορά στην πολιτική επιβίωση της κυβέρνησης, αλλά στο φόβο ενός νέου εμφυλίου!
Σαββατόβραδο, ώρα 9, Τζαβέλλα και Μεσολογγίου. Η παρέα του 15χρονου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου μόλις έχει φύγει από μια καφετέρια όπου γιόρτασε την ονομαστική εορτή του Νίκου Ρωμανού. Στη θέα ενός περιπολικού οι νεαροί αντιδρούν με πέτρες και μισοάδεια κουτάκια μπίρας. Οι δύο ειδικοί φρουροί Επαμεινώνδας Κορκονέας και Βασίλης Σαραλιώτης αφήνουν το όχημα στην οδό Χαριλάου Τρικούπη και κατευθύνονται πεζοί προς το μέρος τους. Η λεκτική αντιπαράθεση διαρκεί λίγα δευτερόλεπτα και καταλήγει με τον πλέον αιματηρό τρόπο. Ο Κορκονέας πυροβολεί τον 15χρονο Αλέξη, που πέφτει νεκρός στα χέρια του φίλου του. Ο χρόνος «παγώνει».
Οι δυο ειδικοί φρουροί συλλαμβάνονται και οδηγούνται στο Αστυνομικό Τμήμα Εξαρχείων, στη δύναμη του οποίου ανήκουν. Στην πρώτη του κατάθεση, ο δράστης υποστηρίζει ότι πυροβόλησε τρεις φορές, δύο στον αέρα και μία στο έδαφος. Οι αυτόπτες μάρτυρες, όμως, τον διαψεύδουν, καθώς καταθέτουν ότι πυροβόλησε κατευθείαν προς την πλευρά των νεαρών.
Η είδηση του θανάτου του 15χρονου μαθητή κυκλοφορεί αστραπιαία σε όλη την Αθήνα και πριν περάσει μισή ώρα έχουν στηθεί τα πρώτα οδοφράγματα στα Εξάρχεια. Το βράδυ του Σαββάτου μετατρέπεται σε κόλαση. Η «μάχη» με τις δυνάμεις των ΜΑΤ είναι ολονύχτια. Πετροπόλεμος, βόμβες μολότοφ, δακρυγόνα, καμένα αυτοκίνητα και ζημιές σε δεκάδες κτίρια. Την επόμενη ημέρα, στη μεγάλη πορεία προς το αστυνομικό μέγαρο, η λεωφόρος Αλεξάνδρας θυμίζει πεδίο μάχης.
Διαδηλωτές πυρπολούν καταστήματα, εταιρείες, εκθέσεις αυτοκινήτων, σχεδόν όλα τα κτίρια στο διάβα τους από το Πεδίον Άρεως! Οι ταραχές επεκτείνονται και σε πολλές πόλεις ανά την Ελλάδα, ενώ καταλήψεις σχολείων και πανεπιστημιακών σχολών ξεπηδούν η μία μετά την άλλη. Η προφυλάκιση των δύο ειδικών φρουρών δεν είναι αρκετή για να κατευνάσει το μένος των διαδηλωτών και το χάος είναι η μόνη λέξη που μπορεί να περιγράψει την κατάσταση.
Τη Δευτέρα οι εικόνες από την φλεγόμενη Αθήνα κάνουν τον γύρο του κόσμου και την Τρίτη 9 Δεκεμβρίου, ημέρα της κηδείας του 15χρονου Αλέξη, η οργή μεταφέρεται στους δρόμους γύρω από το νεκροταφείο της Νέας Σμύρνης. Είναι τέτοια η κατάσταση συναγερμού στην Αστυνομία, που άνδρες της ΕΚΑΜ ανεβαίνουν στην πλατεία Συντάγματος για να προστατέψουν τη Βουλή από το μένος των μαθητών και φοιτητών που διαδηλώνουν στο κέντρο της Αθήνας. Η κατάσταση εκτονώνεται μετά από δέκα ημέρες, χωρίς να χρειαστεί η επέμβαση του στρατού, σενάριο που εξετάστηκε από το Μέγαρο Μαξίμου τις κρίσιμες ημέρες.
Η εξέγερση του 2008 συγκλόνισε μια κοινωνία που άρχιζε σιγά – σιγά να νιώθει τις δυσβάστακτες επιπτώσεις της επερχόμενης οικονομικής κρίσης. Στις 18 Δεκεμβρίου ο αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα Ντάνιελ Σπέκχαρτ έστειλε τηλεγράφημα στο State Department με το οποίο επιχειρούσε να εξηγήσει τα αίτια που οδήγησαν στις πρωτοφανείς ταραχές στην Αθήνα. Έκανε λόγο για «απουσία Καραμανλή», κατηγορούσε τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης ότι «κάλυψαν τα γεγονότα ανεύθυνα και εμπρηστικά» και αποκαλούσε «δεινοσαύρους» το ΚΚΕ και τον ΣΥΡΙΖΑ.
Και κατέληγε: «Υπάρχει ιστορικό προηγούμενο με ελληνικές τρομοκρατικές οργανώσεις που προχωρούν σε χτυπήματα εν μέσω κοινωνικής αναστάτωσης, εκμεταλλευόμενες τις εξασθενημένες και με χαμηλό ηθικό δυνάμεις ασφαλείας. Θα χρειαστεί να συνεχίσουμε να παρακολουθούμε στενά μια πιθανή αυξημένη τρομοκρατική απειλή».
Επτά χρόνια αργότερα, ο Νίκος Ρωμανός, ο οποίος στο μεταξύ είχε καταδικαστεί για ένοπλη ληστεία στο Βελβεντό Κοζάνης, περιέγραψε μέσα από κείμενο σε ιστοσελίδα του αντιεξουσιαστικού χώρου τα δραματικά γεγονότα, όπως τα έζησε: «Χωρίς να το ξέρω, το πλήρωμα του χρόνου είχε φτάσει για όλους μας, ήταν η στιγμή που θα άλλαζε τα πάντα. Η κλεψύδρα της ζωής γύρισε τη στιγμή που η πέτρα έπεφτε πάνω στο περιπολικό του Κορκονέα… Μόλις είδαμε τους μπάτσους σηκωθήκαμε για να φύγουμε καθώς πιστέψαμε ότι μαζί με αυτούς θα είχε έρθει και η διμοιρία των ΜΑΤ, όπως γίνετε συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις. Εκείνη την στιγμή οι δυο μπάτσοι άρχισαν να βρίζουν και τότε παρατηρήσαμε ότι είχαν έρθει μόνοι τους, χωρίς κάποια υποστηρικτική αστυνομική δύναμη. Έτσι κάποιοι από εμάς κινήθηκαν προς το μέρος τους και ο Αλέξανδρος, ο οποίος είχε πάει πιο μπροστά, τους πέταξε κάτι μπουκάλια μπύρας από αυτά που πίναμε. Μετά από ελάχιστα δευτερόλεπτα ο Κορκονέας έβγαλε το όπλο του και ολοκλήρωσε με σφαίρες την συγκεκριμένη αντιπαράθεση που είχε ξεκινήσει πριν λίγη ώρα».
Η δίκη των δύο ειδικών φρουρών, στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Άμφισσας, που είχε μετατραπεί σε «φρούριο», ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2010, μετά από 84 συνεδριάσεις, κι ενώ οι δύο κατηγορούμενοι είχαν αφεθεί ελεύθεροι μετά την παρέλευση του 18μήνου, ανώτατου ορίου προφυλάκισης. «Τη στιγμή που πηγαίναμε εκεί αισθανόμουν ότι πήγαινα να κάνω το καθήκον μου. Ξαφνικά αισθάνθηκα εγκλωβισμένος, έβγαλα το πιστόλι μου και πυροβόλησα. Δύο φορές απ’ ό,τι θυμάμαι. Δεν μπορώ να πω με σιγουριά αν πυροβόλησα τρίτη φορά. Μετά κατάλαβα ότι έκανα χρήση του όπλου και συγκλονίστηκα», είπε στην απολογία του ο Επαμεινώνδας Κορκονέας και πρόσθεσε: «Τα θύματα είμαστε το παιδί κι εγώ. Αυτό είναι νεκρό κι εγώ είμαι εδώ που είμαι. Μακάρι να βρισκόμουν εγώ στη θέση του. Πεθαίνω κάθε ώρα, κάθε λεπτό… Συμμερίζομαι τον πόνο της οικογένειας».
Το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο κατά πλειοψηφία και τον καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση με άμεσο δόλο, κατά αυστηρότερη μετατροπή του κατηγορητηρίου, το οποίο του απέδιδε ενδεχόμενο δόλο, χωρίς μάλιστα να του αναγνωρισθεί ούτε ένα ελαφρυντικό. «Χρησιμοποίησε το όπλο του και πυροβόλησε προς εκτόνωση του θυμού του και στείρα ικανοποίηση της κακώς εννοούμενης υπερηφάνειας του, αν όχι κατά την αυθαίρετη εκτίμηση του ιδίου ανδρικού φιλότιμου», αναφερόταν χαρακτηριστικά στο πολυσέλιδο σκεπτικό της απόφασης. Ο Σαραλιώτης καταδικάστηκε σε ποινή κάθειρξης 10 ετών για συνέργεια στη δολοφονία. Ένα χρόνο αργότερα αφέθηκε ελεύθερος, με τον περιοριστικό όρο να μην απομακρυνθεί από τον τόπο καταγωγής του, το νομό Δράμας.
Η έφεση των δύο αστυνομικών εισήχθη για πρώτη φορά το φθινόπωρο του 2014, στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Λαμίας. Μετά από συνεχείς αναβολές η ακροαματική διαδικασία ξεκίνησε το 2016. Πραγματοποιήθηκαν συνολικά 70 πολύωρες συνεδριάσεις, πολλές από τις οποίες με ιδιαίτερη ένταση. Ο Επαμεινώνδας Κορκονέας απέφυγε να ζήτησε ευθέως συγνώμη, όπως επισήμανε και ο έως τότε συνήγορός του, Αλέξης Κούγιας παραιτούμενος από την υπεράσπισή του.
«Δεν μπορούν να εκφραστούν με λόγια η συγνώμη, η λύπη αλλά και όλα όσα αισθάνομαι», είπε κατά τη διάρκεια της απολογίας του. «Μακάρι να μπορούσα να αλλάξω τα πάντα. Ξέρω όμως ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει. Όσα έγιναν εκείνη τη βραδιά έρχονται μπροστά μου κάθε φορά που βλέπω ένα παιδί. Η καρδιά μου γίνεται κομμάτια», είπε και πρόσθεσε ότι θα ήθελε να μιλήσει με τη μάνα και την αδερφή του παιδιού, για να δώσω τις δικές του εξηγήσεις. Ωστόσο, κάτι τέτοιο απορρίφθηκε αμέσως και από την πολιτική αγωγή και από την οικογένεια. Επέμεινε στον αρχικό ισχυρισμό του, ότι δηλαδή πυροβόλησε στον αέρα, αποφεύγοντας να απαντήσει σε ερωτήσεις, όπως π.χ. γιατί δεν απάντησε στις εκκλήσεις του κέντρου και δεν ακολούθησε τους κανόνες απεμπλοκής.
Στις 29 Ιουλίου 2019 το δικαστήριο καταδίκασε τον Κορκονέα σε κάθειρξη 13 ετών, ενώ αθώωσε λόγω αμφιβολιών τον δεύτερο κατηγορούμενο Βασίλη Σαραλιώτη. Από τα πολλά ελαφρυντικά που ζήτησε ο συνήγορος υπεράσπισης του Κορκονέα, Βαγγέλης Ανδρούλας –ο οποίος διορίστηκε αυτεπαγγέλτως- έγινε δεκτό το ελαφρυντικό του πρότερου σύννομου βίου που προβλέπεται στο νέο Ποινικό Κώδικα. Από την πλευρά της πολιτικής αγωγής, τόσο η Ζωή Κωνσταντοπούλου όσο και ο Νίκος Κωνσταντόπουλος έκαναν λόγο για σκοπιμότητες στην τελευταία φάση της δίκης και προανήγγειλαν αναίρεση υπέρ του νόμου στον Άρειο Πάγο.
Και πράγματι, το Νοέμβριο του 2019 ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζήτησε την αναίρεση της απόφασης, ως προς την αναγνώριση των ελαφρυντικών, η οποία θα εξεταστεί από το αρμόδιο Ποινικό Τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Σύμφωνα με το σκεπτικό του εισαγγελικού λειτουργού, το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του περιστατικά που υποδηλώνουν ερριζωμένη θρασύτητα και έλλειψη σεβασμού σε έννομα αγαθά και δικαιώματα της τιμής και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας των τρίτων, τα οποία συνέβησαν πριν από τη δολοφονία.