Η 32χρονη από το Μεδεγίν της Κολομβίας, τόπος καταγωγής του διαβόητου εμπόρου ναρκωτικών Πάμπλο Εσκομπάρ, ζούσε κάτω από άθλιες συνθήκες και είχε μεγάλη οικονομική ανάγκη.
Στις αρχές Ιανουαρίου 2024 μια γυναίκα με το όνομα «Λάουρα», την οποία δεν γνώριζε, της έστειλε μήνυμα μέσω εφαρμογής. Το δέλεαρ έκανε λόγο για «πολύ υψηλά αμειβόμενη εργασία σε νυχτερινό κέντρο στην Αθήνα, όπου θα έπρεπε να επιδίδεται σε αισθησιακούς χορούς και ερωτικές συνευρέσεις».
Εκείνη έπρεπε να πει μόνο «ναι» και τα υπόλοιπα «θα τα αναλάμβανε εξ ολοκλήρου το «αφεντικό» του νυχτερινού κέντρου, ενώ ως «υπεύθυνη» σε αυτό της παρουσίασε άλλη γυναίκα, από την Κολομβία με το όνομα «ΚΑΤΑΛΙΝΑ». Αυτή ήταν η αρχή για τις έξι μαρτυρικές μέρες που θα περνούσε σε ένα υπόγειο διαμέρισμα στο Παγκράτι όπου την φυλάκισε ένας Βούλγαρος, μέλος του κυκλώματος, και για να κάμψει τις αντιστάσεις της, της έδινε ναρκωτικές ουσίες και την κακοποιούσε σεξουαλικά.
Η περιγραφή της 32χρονης στους αστυνομικούς
Το astinomiko.gr παρουσιάζει την περιγραφή που έδωσε η 32χρονη στους αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων και Αγαθών, της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, όταν κατάφερε να δραπετεύσει από το «κολαστήριο» της.
«Μετά την επικοινωνία που είχαμε, μέσω της ίδιας εφαρμογής, μου έστειλαν τα αεροπορικά εισιτήρια και μία πρόσκληση στα ελληνικά, η οποία όπως μου εξήγησαν, ανέφερε ότι άτομο με το όνομα «Παναγιώτης» θα με φιλοξενούσε στο σπίτι του στην οδό Κεφαλληνίας, στην Αθήνα. Όταν έφτασα στο αεροδρόμιο, ένα ταξί με μετέφερε στο σπίτι όπου μέσα ήταν ακόμα πέντε γυναίκες από την Κολομβία.
Εκεί, μου ανακοίνωσαν το χρέος που είχε δημιουργηθεί για τη μεταφορά και τη διαμονή μου στην Ελλάδα και το οποίο θα αποπλήρωνα με τα χρήματα που θα έβγαζα από την εργασία μου. Από την επόμενη κιόλας μέρα, εξαναγκάστηκα να δουλέψω ως εκδιδόμενη σε οίκο ανοχής επί της οδού Φυλής ενώ στο διάστημα που ακολούθησε μέχρι και το Μάιο του 2024, εργάστηκα σε οίκους ανοχής επί των οδών Φυλής και Φωκαίας. Δούλευα καθημερινά, παίρνοντας ρεπό ανά 20 ημέρες και έκανα πλήθος ερωτικών ραντεβού έναντι 20 ευρώ. Από αυτά θα έπαιρνα εγώ τα μισά.
Μέρος των πορνικών εσόδων προοριζόταν εξαρχής για την κάλυψη των εξόδων του κάθε οίκου ανοχής («τζαζ»). Τα υπόλοιπα χρήματα ή ακόμη και το σύνολο αυτών τα κρατούσε μέλος του κυκλώματος για την αποπληρωμή του «χρέους» μου, επιβάλλοντας συνεχώς πρόσθετα έξοδα… Στα τέλη του Δεκεμβρίου με πλησίασε ο «Μπίλι», μέλος του κυκλώματος, ενώ επέστρεφα στο διαμέρισμα και με τη χρήση βίας και υπό την απειλή ενός κατσαβιδιού, με έβαλε σε ένα αυτοκίνητο.
Με οδήγησε σε ένα υπόγειο διαμέρισμα στο Παγκράτι. Εκεί, με το πρόσχημα του «χρέους» μου στο κύκλωμα με κράτησε παράνομα, χωρίς τη θέλησή μου, για έξι ημέρες. Κατά το διάστημα αυτό, με νάρκωσε, προχώρησε σε συνουσία μαζί μου, χωρίς να έχω τις αισθήσεις μου και φυσικά παρά τη θέλησή μου. Επίσης, με τη χρήση απειλών προσπάθησε να με εξαναγκάσει να εκδίδομαι για λογαριασμό του. Στις 2 Ιανουαρίου 2025, βγήκε για λίγο έξω από το διαμέρισμα ο «Μπίλι» και τότε κατάφερα να διαφύγω».