Μια ακόμη δυσάρεστη πρωτιά για τη χώρα μας καταγράφουν τα νεότερα στοιχεία της Eurostat για το 2024.
Η Ελλάδα βρίσκεται στην τρίτη θέση μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ με τα υψηλότερα ποσοστά σοβαρής υλικής και κοινωνικής στέρησης, γεγονός που αποκαλύπτει τις δύσκολες συνθήκες που βιώνουν χιλιάδες νοικοκυριά.
Η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις τρεις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τα υψηλότερα ποσοστά σοβαρής υλικής και κοινωνικής στέρησης, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat για το 2024. Η χώρα μας κατέχει την τρίτη θέση, μετά τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, με το 14% του πληθυσμού να στερείται βασικά αγαθά και υπηρεσίες.
Σε επίπεδο ΕΕ, το 6,4% των πολιτών αντιμετώπισε σοβαρή υλική και κοινωνική στέρηση το 2024, ποσοστό ελαφρώς μειωμένο σε σχέση με το 2023 (6,8%). Η πιο ευάλωτη ηλικιακή ομάδα είναι οι ανήλικοι κάτω των 18 ετών (7,9%), ακολουθούμενοι από τους ενήλικες 18–64 ετών (6,4%) και τους άνω των 65 (5,1%). Οι γυναίκες καταγράφουν υψηλότερα ποσοστά από τους άνδρες (6,6% έναντι 6,2%).
Στην Ελλάδα, η δυσκολότερη κατάσταση εμφανίζεται στους νέους 18–24 ετών, με το ποσοστό να φτάνει το 17,6%. Υψηλά επίπεδα στερήσεων σημειώνονται και στους εφήβους 12–17 ετών (15,7%), καθώς και στους πολίτες 55–64 ετών (15,8%).

Η Eurostat ορίζει τη σοβαρή υλική και κοινωνική στέρηση ως την αδυναμία κάλυψης βασικών αναγκών και αγαθών που θεωρούνται απαραίτητα για μια αξιοπρεπή διαβίωση. Πρόκειται, μεταξύ άλλων, για τη δυνατότητα θέρμανσης της κατοικίας, την κάλυψη απρόβλεπτων εξόδων, την πληρωμή λογαριασμών και δανείων, τις ετήσιες διακοπές, την πρόσβαση σε επαρκή διατροφή, σε βασικά έπιπλα, ρουχισμό και δραστηριότητες κοινωνικής ζωής.

Στον αντίποδα, οι χαμηλότεροι δείκτες στέρησης καταγράφηκαν στη Σλοβενία (1,8%), στην Κροατία (2,0%) και στην Πολωνία (2,3%), αναδεικνύοντας τις μεγάλες ανισότητες που εξακολουθούν να υπάρχουν στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.